Ένας γέρος βαρκάρης πήγαινε βόλτα με τη βάρκα του ένα νεαρό. Στο ένα κουπί είχε γραμμένη τη λέξη «Προσευχή». Στο άλλο, τη λέξη «Εργασία».
Ο νέος το πρόσεξε και χαμογέλασε ειρωνικά.
-Παππού, του λέει, πηγαίνεις πολύ αργά. Όποιος εργάζεται, δεν έχει ανάγκη να προσεύχεται.
Ο βαρκάρης δεν του απάντησε. Μόνο άφησε το κουπί πού είχε τη λέξη «Προσευχή» και συνέχισε να κωπηλατή με το άλλο. Αλλά, όπως ήταν επόμενο, η βάρκα τώρα δεν προχωρούσε καθόλου. Γύριζε πάντα στο ίδιο μέρος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου